Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

δᾱγύς

См. также в других словарях:

  • δαγύς — δᾱγύ̱ς , δαγύς wax doll fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δαγύς — δογύς (δαγῡδος), η (Α) μικρό κέρινο ομοίωμα ανθρώπου, κούκλα που χρησίμευε συνήθως σε μαγικές τελετές. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για τεχνικό όρο τής δωρικής διαλέκτου, άγνωστης ετυμολογίας] …   Dictionary of Greek

  • δαγῦδας — δᾱγῦδας , δαγύς wax doll fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δαγῦδες — δᾱγῦδες , δαγύς wax doll fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δαγῦδι — δᾱγῦδι , δαγύς wax doll fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δαγύδων — δᾱγύ̱δων , δαγύς wax doll fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»