-
1 δω-δεκα-στάδιος
δω-δεκα-στάδιος, von zwölf Stadien, Ath. IV, 152 d; Strab.
-
2 ἑκ-και-δεκα-στάδιος
ἑκ-και-δεκα-στάδιος, sechszehn Stadien lang, Strab. XII p. 566.
-
3 δωδεκαστάδιος
-
4 ἑκκαιδεκαστάδιος
См. также в других словарях:
τριστάδιος — ον, Α αυτός που έχει μήκος ή πλάτος τριών σταδίων (α. «ἦν δὲ ὁ μὲν μέγιστος τῶν τροχῶν τριστάδιος τὸ πλάτος», Πλάτ. β. «τριστάδιος μήκει», Δίον. Αλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + στάδιος (< στάδιον), πρβλ. δεκα στάδιος] … Dictionary of Greek
πενταστάδιος — α, ο / πενταστάδιος, ον, ΝΜΑ αυτός που έχει μήκος ή πλάτος πέντε σταδίων αρχ. το ουδ. ως ουσ. το πενταστάδιον απόσταση ίση με πέντε στάδια. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * + στάδιον (πρβλ. δεκα στάδιος)] … Dictionary of Greek
πολυστάδιος — ον, Α αυτός που έχει μήκος πολλών σταδίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + στάδιον (πρβλ. δεκα στάδιος)] … Dictionary of Greek
τετραστάδιος — ον, ΜΑ 1. αυτός που έχει έκταση τεσσάρων σταδίων 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ τετραστάδιον μήκος τεσσάρων σταδίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + στάδιον (πρβλ. δεκα στάδιος)] … Dictionary of Greek