Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

δωρῇ

См. также в других словарях:

  • δωρῇ — δωρέομαι give pres subj mp 2nd sg δωρέομαι give pres ind mp 2nd sg δωρέω give pres subj mp 2nd sg δωρέω give pres ind mp 2nd sg δωρέω give pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατηγορητήριο — το 1. η κατά την έναρξη τής δίκης έγγραφή ή και προφορική διατύπωση τής κατηγορίας εναντίον τού κατηγορουμένου 2. το δικονομικό έγγραφο που περιέχει την πράξη η οποία αποδίδεται στον δράστη, με αποφάσεις τών αρμόδιων συμβουλίων πλημμελειοδικών ή… …   Dictionary of Greek

  • παραχωρητήριο — το (νομ.) δημόσιο έγγραφο, ιδρυτικό και αποδεικτικό τής παραχώρησης δικαιώματος κυριότητας ή χρήσης ακινήτου τού Δημοσίου σε ιδιώτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < παραχωρώ + κατάλ. τήριο (πρβλ. δωρη τήριο). Η λ., στον λόγιο τ. παραχωρητήριον, μαρτυρείται από το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»