Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

δρεπᾰνουργός

См. также в других словарях:

  • δρεπανουργός — δρεπανουργός, ο (Α) δρεπανοποιός …   Dictionary of Greek

  • δρεπανουργός — sword maker masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δρεπανουργοῦ — δρεπανουργός sword maker masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δρεπανουργῶν — δρεπανουργός sword maker masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έργο — (Φυσ.). Στη φυσική, μπορούμε να ορίσουμε το έ. μιας δύναμης αν ξεκινήσουμε από μια απλή περίπτωση, κατά την οποία ένα υλικό σώμα αμελητέων διαστάσεων, πάνω στο οποίο εφαρμόζεται μια σταθερή δύναμη, επιτελεί μια ευθύγραμμη μετατόπιση κατά μια… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»