-
1 δραπέτησιν
-
2 δραπέτῃσιν
См. также в других словарях:
δραπέτῃσιν — δρᾱπέτῃσιν , δραπέτης runaway masc dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 δραπέτησιν
2 δραπέτῃσιν
δραπέτῃσιν — δρᾱπέτῃσιν , δραπέτης runaway masc dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)