-
1 έδην
-
2 ἔδην
Βλ. λ. έδην -
3 ἕδην
Βλ. λ. έδην -
4 δι-έδην
δι-έδην ( διίημι) durchgängig, διὰ τέλους, Hesych.
-
5 ἀν-έδην
ἀν-έδην ( ἀνίημι), losgelassen (VLL. ἐκκεχυμένως, nach B. A. 400 von den Pferden entlehnt), ungehemmt, ungehindert, φεύγειν Aesch. Suppl. 14; Plat. Prot. 342 c; βακχεύειν Agath. 31 (VI, 172); ganz u. gar, ὅδε ὁ χῶρος ἀνέδην ἐρύκεται Soph. Phil. 1138; ganz offen, πομπεία ἀνέδην γενομένη Dem. 1 8, 11; schlechthin, ohne weiteres, ὃς ἂν φῇ ἀνέδην οὕτω τοὺς χαίροντας εὐδαίμονας εἶναι καὶ μὴ διορίζηται Plat. Gorg. 404 e; ἐξέσται λαμβάνειν Din. 1, 46; Sp. bes. vom reichlichen Essen, ἀπέλαυσαν τῶν ἐκ τῆς χώρας Pol. 2, 5, 6; ἀναίδην, schamlos, ist eine zw. Lesart dafür.
-
6 ἀνέδην
ἀν-έδην, losgelassen; ungehemmt, ungehindert; ganz u. gar; ganz offen; schlechthin, ohne weiteres; bes. vom reichlichen Essen; schamlos -
7 διέδην
См. также в других словарях:
ἔδην — ἔδω eat pres inf act (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἕδην — ἕδος sitting place neut acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φθάνω — ΝΜΑ, και φτάνω Ν, και φθάζω ΜΑ 1. (για πρόσ. και πράγμ.) καταλήγω εκεί όπου κατευθύνομαι, έρχομαι κάπου (α. «τί ώρα θα φτάσουμε στο νησί;» β. «μέχρι εδώ φτάνει η μυρουδιά τών λουλουδιών» γ. «φθάσε σήμερον γοργὸν νὰ πᾷς στὸν μύλον», Πρόδρ. δ.… … Dictionary of Greek
Παναγούλης, Αλέξανδρος — (1939 – 1976). Πολιτικός. Γιος αξιωματικού του στρατού, εντάχθηκε στο προοδευτικό κίνημα από τα μαθητικά του χρόνια. Το 1960 γράφτηκε στη σχολή Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων και ως σπουδαστής του Πολυτεχνείου αγωνίστηκε στις γραμμές της νεολαίας της… … Dictionary of Greek