-
1 διφθέρησι
-
2 διφθέρῃσι
См. также в других словарях:
διφθέρῃσι — διφθέρα prepared hide fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 διφθέρησι
2 διφθέρῃσι
διφθέρῃσι — διφθέρα prepared hide fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)