Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

διογενέτωρ

См. также в других словарях:

  • Διογενέτορες — Διογενέτωρ giving birth to Zeus masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διογενέτορες — Διογενέτωρ giving birth to Zeus masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ζευς — Η κορυφαία θεότητα στο αρχαίο ελληνικό πάνθεον. Βλ. λ. Δίας. (Αστρον.) Πλανήτης του ηλιακού συστήματος. Βλ. λ. Δίας (Αστρον.). * * * και Δίας, ο (AM Ζεύς, Διός) 1. (στην αρχαία Ελλάδα) βασιλιάς και πατέρας θεών και ανθρώπων, θεός τού ουρανού και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»