Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

διεσταλμένος

См. также в других словарях:

  • διεσταλμένος — διαστέλλω put asunder perf part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • я — I тридцать третья буква др. русск. алфавита, первонач. писавшаяся как ɪа; то же самое сочетание звуков в др. русск. обозначалось с помощью ѧ, первонач. – знак для носового гласного ę, который уже в Х в. совпал фонетически с ᾽а. В качестве… …   Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера

  • μυρμηγκιά — Γενική ονομασία των εντόμων της μεγάλης οικογένειας των μυρμηκιδών, της τάξης των υμενοπτέρων. Είναι γνωστά πάνω από 6.000 είδη μ., που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το μέγεθος και σε διάφορες λεπτομερείς: όλα όμως έχουν μερικά κοινά μορφολογικά… …   Dictionary of Greek

  • Αζαζέλ ή Αζαήλ — Βιβλικό πρόσωπο. Προσωποποίηση του πονηρού δαίμονα, που είναι αρχηγός κατά τη δαιμονολογία των Εβραίων, ορισμένης κατηγορίας δαιμόνων και κατοικεί στην έρημο. Κατά την εβραϊκή γιορτή του εξιλασμού προς αυτόν εξαπολυόταν ο αποδιοπομπαίος τράγος. Η …   Dictionary of Greek

  • διαστέλλομαι — διαστέλλομαι, (διεστάλη διεστάλησαν), διεσταλμένος βλ. πίν. 91 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»