Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

δια-τῑμάω

См. также в других словарях:

  • διατετιμημένην — διατετῑμημένην , διά τιμάω honour perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) διά τιμέω perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διατετίμηται — διατετί̱μηται , διά τιμάω honour perf ind mp 3rd sg (attic ionic) διά τιμέω perf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διετιμήθη — διετῑμήθη , διά τιμάω honour aor ind pass 3rd sg (attic ionic) διά τιμέω aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διετιμήσαντο — διετῑμήσαντο , διά τιμάω honour aor ind mid 3rd pl (attic ionic) διά τιμέω aor ind mid 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διετιμήσατο — διετῑμήσατο , διά τιμάω honour aor ind mid 3rd sg (attic ionic) διά τιμέω aor ind mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διετίμησας — διετί̱μησας , διά τιμάω honour aor ind act 2nd sg (attic ionic) διά τιμέω aor ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παράδειγμα — το, ΝΑ [παραδείκνυμι] 1. πρότυπο, υπόδειγμα για μίμηση (α. «είναι παράδειγμα εργατικότητας» β. «παράδειγμα καταλείπεσθαι», Λυκούργ.) 2. πάθημα που χρησιμεύει ως μάθημα, κακό προηγούμενο προς αποφυγή («ἔχοντες παραδείγματα τῶν τ ἐκεῑ Ἑλλήνων ὡς… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»