-
1 διαθεαομαι
разглядывать, рассматривать(τι и λογισμῶ τι Plat.)
διαθεώμενος αὐτῶν ὅσην μὲν χώραν καὴ οἵαν ἔχοιεν Xen. — видя, каковы размеры и свойства их страны
См. также в других словарях:
θέα — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 350 μ., 62 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, στις ανατολικές απολήξεις του Μακρού Όρους, 41 χλμ. ΒΔ της Αθήνας. Υπάγεται διοικητικά στον … Dictionary of Greek