-
1 διατόναιον
διατόναιον, τό,A joist, PPetr.2p.14 (iii B. C.); curtain-rod, Callix. 1:—so [suff] δια-τόνιον, curtain-hook or -ring, LXX Ex.35.11.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διατόναιον
-
2 διατόναια
διατόναιονjoist: neut nom /voc /acc pl -
3 διατοναίω
-
4 διατοναίῳ
См. также в других словарях:
διατόναιον — διατόναιον, το (Α) [διάτονος] 1. δοκάρι 2. ράβδος, όπου στερεώνεται το πάνω μέρος παραπετάσματος («διατόναια δὲ τοξοειδῆ... ἐνετέτατο... ἐφ ὧν αὐλαῑαι... ἐνεπετάννυντο» είχαν στερεωθεί τοξοειδή κουρτινόξυλα από τα οποία κρέμονταν οι κουρτίνες») … Dictionary of Greek
διατοναίῳ — διατόναιον joist neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατόναια — διατόναιον joist neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)