Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

διασπασμός

См. также в других словарях:

  • διασπασμός — διασπασμός, ο (Μ) βίαιος χωρισμός …   Dictionary of Greek

  • διασπασμός — tearing in pieces masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διασπασμοῖς — διασπασμός tearing in pieces masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διασπασμοί — διασπασμός tearing in pieces masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διασπασμοῦ — διασπασμός tearing in pieces masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διασπασμούς — διασπασμός tearing in pieces masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διασπασμῶν — διασπασμός tearing in pieces masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διασπασμῷ — διασπασμός tearing in pieces masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διασπασμόν — διασπασμός tearing in pieces masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»