-
1 διασκαριφήσαι
-
2 διασκαριφῆσαι
См. также в других словарях:
διασκαριφῆσαι — διά σκαριφάομαι scratch an outline aor inf act (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 διασκαριφήσαι
2 διασκαριφῆσαι
διασκαριφῆσαι — διά σκαριφάομαι scratch an outline aor inf act (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)