-
1 διαμοναίς
-
2 διαμοναῖς
См. также в других словарях:
διαμοναῖς — διαμονή continuance fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 διαμοναίς
2 διαμοναῖς
διαμοναῖς — διαμονή continuance fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)