Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

διακᾰλύπτω

См. также в других словарях:

  • διακαλύπτω — (Α) 1. αποκαλύπτω, φανερώνω 2. διακαλύπτομαι αποβάλλω τα ενδύματά μου …   Dictionary of Greek

  • διακαλύψει — διακαλύπτω reveal aor subj act 3rd sg (epic) διακαλύπτω reveal fut ind mid 2nd sg διακαλύπτω reveal fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλύπτει — διακαλύπτω reveal pres ind mp 2nd sg διακαλύπτω reveal pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλύπτοντα — διακαλύπτω reveal pres part act neut nom/voc/acc pl διακαλύπτω reveal pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλύψαι — διακαλύπτω reveal aor inf act διακαλύψαῑ , διακαλύπτω reveal aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλύψαις — διακαλύπτω reveal aor part act masc nom/voc sg (doric aeolic) διακαλύπτω reveal aor opt act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διεκάλυπτον — διακαλύπτω reveal imperf ind act 3rd pl διακαλύπτω reveal imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλυφθέντων — διακαλύπτω reveal aor part pass masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλυφθήσεται — διακαλύπτω reveal fut ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλυψάμενος — διακαλύπτω reveal aor part mid masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακαλύπτεται — διακαλύπτω reveal pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»