Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

διαβασανίζω

См. также в других словарях:

  • διαβασανίσαι — διαβασανίζω test thoroughly aor inf act διαβασανίσαῑ , διαβασανίζω test thoroughly aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβασανισθέντας — διαβασανίζω test thoroughly aor part pass masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβασανίζοντας — διαβασανίζω test thoroughly pres part act masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβασανίσαντες — διαβασανίζω test thoroughly aor part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβασανίσας — διαβασανίσᾱς , διαβασανίζω test thoroughly aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»