Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

δηποτοῦν

См. также в других словарях:

  • δηποτοῦν — δήποτε at some time indeclform (particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτέ — ΝΜΑ, και διαλ. τ. ποτές, και ιων. τ. κοτέ και δωρ. τ. ποκά και αιολ. τ. ποτά Α νεοελλ. (ως επίρρ.) 1. α) (χρον. και με αρνητική σημ.) ούτε σήμερα, ούτε αύριο, ούτε άλλη μέρα, σε καμιά περίπτωση, ουδέποτε («δεν θα τόν ξαναδώ ποτέ») β) (προκειμένου …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»