Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

δημηγόρος

См. также в других словарях:

  • δημηγόρος — δημηγόρος, ον (Α) 1. αυτός που ταιριάζει σε δημόσιο ρήτορα 2. φρ. α) «τιμαὶ δημηγόροι» οι τιμές που αποδίδονται στον αγορητή β) «στροφαὶ δημηγόροι» σοφιστικά τεχνάσματα 3. το αρσ. ως ουσ. ο δημηγόρος ο δημαγωγός αγορητής. [ΕΤΥΜΟΛ. < δήμος +… …   Dictionary of Greek

  • δημηγόρος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημήγορος — popular orator masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημηγόροις — δημήγορος popular orator masc dat pl δημηγόρος masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημηγόρου — δημήγορος popular orator masc gen sg δημηγόρος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημηγόρους — δημήγορος popular orator masc acc pl δημηγόρος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημηγόρων — δημήγορος popular orator masc gen pl δημηγόρος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημηγόρῳ — δημήγορος popular orator masc dat sg δημηγόρος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημηγόροι — δημηγόρος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημηγόρον — δημηγόρος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δήμος — (5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος, γιος του Πυριλάμπη που φημιζόταν για το κάλλος του. Για την ομορφιά του γίνεται λόγος στον Γοργία του Πλάτωνα και στον Αριστοφάνη. Το σπίτι του Πυριλάμπη και του Δ. ήταν γνωστό σε όλη την Ελλάδα για τα πτηνοτροφεία του,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»