-
1 δεψήσαι
-
2 δεψῆσαι
-
3 δεψέω
См. также в других словарях:
δεψῆσαι — δέψω work aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 δεψήσαι
2 δεψῆσαι
3 δεψέω
δεψῆσαι — δέψω work aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)