-
1 δεκα-γονία
δεκα-γονία, ἡ, Fortpflanzung bis ins zehnte Glied, Luc. Hermot. 77.
-
2 δεκαγονία
δεκα-γονία, ἡ,A the tenth generation, Luc. Herm.77.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δεκαγονία
-
3 δεκαγονια
См. также в других словарях:
τετραγονία — ἡ, Α τέσσερεις γενεές ή η τέταρτη γενεά (α. «τετραγονίαν τοιάνδε οὐδείς πω ἤκουσεν», Αριστείδ. β. «εὐγενεῑς ἐκ τετραγονίας», Λιβάν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + γονία (< γόνος < γόνος < γίγνομαι), πρβλ. δεκα γονία] … Dictionary of Greek
δεκαγονία — δεκαγονία, η (Α) η δέκατη γενιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < δέκα + γονία < γονος < γόνος] … Dictionary of Greek