-
1 Δαφνίς
Δαφνίςbayberry: fem nom sg -
2 Δάφνις
Δάφνιςfem nom sg -
3 δαφνίς
δαφνίςbayberry: fem nom sg -
4 δαφνίς
A bayberry, Hp.Morb.2.13, Nat.Mul.33, Thphr.HP1.11.3. -
5 Δαφνίδων
Δάφνιςfem gen plΔαφνίςbayberry: fem gen pl -
6 Δαφνίδα
Δαφνίςbayberry: fem acc sg -
7 Δαφνίδας
Δαφνίςbayberry: fem acc pl -
8 Δαφνίδες
Δαφνίςbayberry: fem nom /voc pl -
9 Δαφνίδι
Δαφνίςbayberry: fem dat sg -
10 Δαφνίδος
Δαφνίςbayberry: fem gen sg -
11 Δαφνίσι
Δαφνίςbayberry: fem dat pl -
12 Δαφνίσιν
Δαφνίςbayberry: fem dat pl -
13 Δάφνι
Δάφνιςfem voc sg -
14 Δάφνιδι
Δάφνιςfem dat sg -
15 Δάφνιδος
Δάφνιςfem gen sg -
16 Δάφνιν
Δάφνιςfem acc sg -
17 δαφνίδα
δαφνίςbayberry: fem acc sg -
18 δαφνίδας
δαφνίςbayberry: fem acc pl -
19 δαφνίδες
δαφνίςbayberry: fem nom /voc pl -
20 δαφνίδι
δαφνίςbayberry: fem dat sg
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Δαφνίς — bayberry fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δαφνίς — bayberry fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δάφνις — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δαφνίς — Μυθολογικό πρόσωπο. Νύμφη που κατοικούσε στα όρη των Δελφών. Κατά τον Αισχύλο η Γαία χρησμοδοτούσε αρχικά στο Μαντείο των Δελφών και η Δ. υπήρξε η πρώτη προμάντης και αντιπρόσωπός της. * * * δαφνίς, η (Α) [δάφνη] 1. ο καρπός τής δάφνης 2. η δάφνη … Dictionary of Greek
Δάφνις και Χλόη — Βουκολικό μυθιστόρημα που πιθανολογείται ότι γράφτηκε τον 2οαι. ή κατά άλλους τον 4ο ή 5ο αι. Αποτελείται από τέσσερα βιβλία και αποδίδεται στον Λόγγο (βλ. λ.). Η υπόθεση διαδραματίζεται σε παραλία της Λέσβου, όπου οι βοσκοί Λάμων και Δρύας… … Dictionary of Greek
Δαφνίδων — Δάφνις fem gen pl Δαφνίς bayberry fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δαφνίδα — Δαφνίς bayberry fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δαφνίδα — δαφνίς bayberry fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δαφνίδας — Δαφνίς bayberry fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δαφνίδας — δαφνίς bayberry fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δαφνίδες — Δαφνίς bayberry fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)