Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

δάσσασθαι

См. также в других словарях:

  • δάσσασθαι — δατέομαι divide among themselves aor inf mid (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπέρμα — (Βιολ.). Το έκκριμα των όρχεων του άνδρα. Βλ. λ. ουρογεννητικό σύστημα. * * * το, ΝΜΑ 1. σπόρος φυτού (α. «τα σπέρματα τών αγγειόσπερμων φυτών» β. «σπέρματα δάσσασθαι και ἐπισπορίην ἀλέασθαι», Ησίοδ.) 2. φυσιολογικό υγρό που αποτελείται από… …   Dictionary of Greek

  • Ζ, ζ — Το έκτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Κατείχε την έβδομη θέση στο αρχαίο αττικό αλφάβητο και την έκτη στο ιωνικό. Οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν το ζ για τη μεταγραφή λέξεων που είχαν δανειστεί από την ελληνική και το τοποθέτησαν στο τέλος του… …   Dictionary of Greek

  • dā : dǝ- and dāi- : dǝi- : dī̆- —     dā : dǝ and dāi : dǝi : dī̆     English meaning: to share, divide     Deutsche Übersetzung: “teilen, zerschneiden, zerreißen”     Grammatical information: originally athemat. Wurzelpräsens.     Material: O.Ind. dü ti, dyáti “clips, cuts,… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»