Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

δάρατον

См. также в других словарях:

  • δάρατον — bread neut nom/voc/acc sg δάρατος bread masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δαράται — δάρατον βλ. δάρατος …   Dictionary of Greek

  • δάρατος — δάρατος, ο (Α) 1. είδος ψωμιού στη Θεσσαλία 2. (το ουδ.) δάρατον, το ψωμί ζυμωμένο χωρίς προζύμι 3. (το θηλ. στον πληθ.) δαράται γλυκίσματα που προσφέρονται στις τελετές τού γάμου ή τής καταγραφής τών παιδιών από τη φατρία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»