-
1 γυμνοπαιδικών
-
2 γυμνοπαιδικῶν
См. также в других словарях:
γυμνοπαιδικῶν — γυμνοπαιδική dance of naked boys fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 γυμνοπαιδικών
2 γυμνοπαιδικῶν
γυμνοπαιδικῶν — γυμνοπαιδική dance of naked boys fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)