Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

γλώσσ-ημα

См. также в других словарях:

  • μόρφημα — το γλωσσ. ελάχιστη, με την έννοια ότι δεν μπορεί να αναλυθεί σε άλλη μικρότερη, μονάδα τού λόγου που είναι φορέας μιας σημασίας ή αξίας στο επίπεδο τής γραμματικής και έχει φωνητική μορφή, δηλαδή μπορεί να προκύψει μετά από διάσπαση τής… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»