Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

γιγγλυμοειδής

См. также в других словарях:

  • γιγγλυμοειδής — γιγγλυμοειδής, ές (Α) όμοιος με γίγγλυμο …   Dictionary of Greek

  • γιγγλυμοειδές — γιγγλυμοειδής like a hinge masc/fem voc sg γιγγλυμοειδής like a hinge neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γιγγλυμοειδοῦς — γιγγλυμοειδής like a hinge masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γιγγλυμοειδῶς — γιγγλυμοειδής like a hinge adverbial (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γιγγλυμώδης — γιγγλυμώδης, ες (Α) [γίγγλυμος) ο γιγγλυμοειδής …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»