-
1 γαλεωδης
-
2 γαλεώδης
A v. γαλεοειδής.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαλεώδης
-
3 γαλεοειδης
-
4 γαλεο-ειδής
γαλεο-ειδής, ές. = γαλεώδης, Arist. H. A. 6, 10.
-
5 γαλεός
Grammatical information: m.Derivatives: γαλεώδης `like a shark' (Arist.), γαλεώτης `swordfish' (Plb.; s. below), also γαλαξίας = γαλεός (Gal.); connection with γαλαξίας `milky way' unclear; bemerkenswertes Kompositum γαλεώνυμος = γαλεός (Phylotim. ap. Gal.), cf. also καλλιώνυμος name of a fish, s. Strömberg Fischnamen 108f. Frisk and DELG (s.v. γαλέη) suggest a contamination and tabu: unclear to me.Origin: XX [etym. unknown]Etymology: That the dogfish was called after the weasel was advocated by Strömberg l.c., but the formation of γαλεός is unclear (backformation from γαλεώτης after ἀσκαλαβώτης: ἀσκάλαβος?). - On γαλεός see Thompson Fishes s. v.Page in Frisk: 1,285Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > γαλεός
См. также в других словарях:
γαλεώδης — (galeodes). Αραχνοειδές της οικογένειας των ηλιοφύγων. Οι γ. είναι ψευδοσκορπιοί, διαδεδομένοι σε θερμές και άνυδρες περιοχές. Τα γνωστότερα είδη είναι ο γ. ο ελληνικός και ο γ. ο αραχνοειδής. Και τα δύο είναι κιτρινόξανθα έντομα με πυκνές και… … Dictionary of Greek
αραχνίδια ή αραχνοειδή — (arachnoidea). Ομοταξία αρθροπόδων ζώων. Το σώμα των ζώων αυτών χωρίζεται σε δύο τμήματα: το εμπρός που αποκαλείται πρόσωμα (ή κεφαλοθώρακας) και το πίσω που αποκαλείται οπισθόσωμα (ή κοιλία). Τα πρώτα προστοματικά τους εξαρτήματα λέγονται… … Dictionary of Greek
galeod — Ichth. (ˈgeɪlɪɒd) [ad. Gr. γαλεώδης resembling a shark, f. γαλεός (see next).] A shark. [see galeidan] … Useful english dictionary