Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

γαιήοχος

См. также в других словарях:

  • Γαιήοχος — earth moving masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαιήοχος — earth moving masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαιήοχος — (I) γαιήοχος, ο, η (Α) 1. εκείνος που σείει τη γη 2. (για τον ωκεανό) αυτός που περιβάλλει τη γη 3. αυτός που προστατεύει τη χώρα. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Με τη σημ. «αυτός που προστατεύει τη γη» ως β συνθετικό της λ. θεωρήθηκε ο οχος < έχω… …   Dictionary of Greek

  • γαιάχος ή γαιήοχος — Επίθετο που αποδιδόταν σε πολλούς θεούς της αρχαίας Ελλάδας, γιατί σήμαινε εκείνον που είχε τη γη της περιοχής που προστάτευε. Ιδιαίτερα προσέδιδαν το επίθετο αυτό στον Ποσειδώνα στη Λακωνία, όπου υπήρχε ιερό του. Ο Όμηρος και ο Πίνδαρος το… …   Dictionary of Greek

  • γαιάοχον — γαιήοχος earth moving masc/fem acc sg γαιήοχος earth moving neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαιήοχον — γαιήοχος earth moving masc/fem acc sg γαιήοχος earth moving neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαιαόχου — γαιήοχος earth moving masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαιαόχῳ — γαιήοχος earth moving masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γαιηόχου — Γαιήοχος earth moving masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαιηόχου — γαιήοχος earth moving masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γαιηόχῳ — Γαιήοχος earth moving masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»