-
1 γάγγραινα
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γάγγραινα
-
2 γαγγραινικός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαγγραινικός
-
3 γαγγραινόομαι
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαγγραινόομαι
-
4 γαγγραινώδης
γαγγραιν-ώδης, ες,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαγγραινώδης
-
5 γαγγραίνωμα
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαγγραίνωμα
-
6 γαγγραίνωσις
A becoming gangrenous: gangrenous affection,φλεβῶν Hp.Fract.11
(pl.), Mochl. 30 (pl.), Aret.SA2.10 (pl.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαγγραίνωσις
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий