Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

βᾰλᾰν-ίδιον

См. также в других словарях:

  • κρηνίδιον — κρηνίδιον, τὸ (Α) βρυσούλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρήνη + υποκορ. κατάλ. ίδιον (πρβλ. βαλαν ίδιον, γρα ΐδιον)] …   Dictionary of Greek

  • -ιος — ια, ιο(ν) η κατάλ. ιος (μαζί με τις επαυξημένες μορφές της) είναι μία από τις παραγωγικότερες τής ελλ. γλώσσας καθ όλη τη διάρκεια τής ιστορίας της. Συγκεκριμένα, μαρτυρούνται συνολικά 2.996 λέξεις σε ιος, εκ τών οποίων 295 είναι κοινές, 2.261… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»