Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

βωμός

  • 21 βωμοῖσι

    βωμός
    raised platform: masc dat pl (epic ionic aeolic)

    Morphologia Graeca > βωμοῖσι

  • 22 βωμοίσιν

    βωμός
    raised platform: masc dat pl (epic ionic aeolic)

    Morphologia Graeca > βωμοίσιν

  • 23 βωμοῖσιν

    βωμός
    raised platform: masc dat pl (epic ionic aeolic)

    Morphologia Graeca > βωμοῖσιν

  • 24 βωμού

    βωμός
    raised platform: masc gen sg

    Morphologia Graeca > βωμού

  • 25 βωμοῦ

    βωμός
    raised platform: masc gen sg

    Morphologia Graeca > βωμοῦ

  • 26 βωμώ

    βωμός
    raised platform: masc dat sg

    Morphologia Graeca > βωμώ

  • 27 βωμῷ

    βωμός
    raised platform: masc dat sg

    Morphologia Graeca > βωμῷ

  • 28 βωμώι

    βωμῷ, βωμός
    raised platform: masc dat sg

    Morphologia Graeca > βωμώι

  • 29 βωμῶι

    βωμῷ, βωμός
    raised platform: masc dat sg

    Morphologia Graeca > βωμῶι

  • 30 βωμών

    βωμός
    raised platform: masc gen pl

    Morphologia Graeca > βωμών

  • 31 βωμῶν

    βωμός
    raised platform: masc gen pl

    Morphologia Graeca > βωμῶν

  • 32 ἄναξ

    ᾰναξ ( ϝαν-, P. 4.89, P. 9.44, P. 11.62, P. 12.3, fr. 140a. 63 (37): ἄναξ, ἄνακτος, ἄνακτι, ἄνακτα, ἄνα, ἄναξ; ἀνάκτων, ἄνακτας coni.)
    a adj., king, royal, of gods and heroes, —

    μετὰ δώδεκ' ἀνάκτων θεῶν O. 10.49

    υἱὸς ἱππάρχου Ποσειδάωνος ἄναξ” Euphamos. P. 4.45 πεπρωμένον ἦν φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν (Ahlwardt: γονον ἄνακτα πατρός codex) I. 8.33 ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων (Heyne: ἄνα codd. Plutarchi.) fr. 33. in hypallage,

    μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ O. 13.108

    b subs., of gods and heroes “καὶ σέ, τολμάεις Ἐπιάλτα ἄναξP. 4.89 ὦναξ Apollo. P. 8.67 ὦ ἄνα” Apollo. P. 9.44

    σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες P. 11.62

    ὦ ἄνα Akragas P. 12.3

    Πηλεὺς ἄναξ N. 3.33

    Πότμος ἄναξ N. 4.42

    καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξ” Zeus N. 10.77 χρυσέων οἴκων ἄναξ καὶ γαμβρὸς Ἥρας Herakles I. 4.60 φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας (Bergk: ἄνακτα codd.: ἄνακτε Tric.) I. 8.47 κείνων λυθέντες σαῖς ὑπὸ χερσίν, ἄναξ Zeus fr. 35.

    ἄν]ακτος Εὐξαν[τίου Pae. 4.35

    ὦναξ[ Πα. 13d. 4. ]

    ἄναξ Ἄπολλον[ Pae. 16.2

    ]ιον ἄνακτα[ Δ. 1. 3. μνάσθηθ' ὅτι τοι ζαθέας Πάρου ἐν γυάλοις ἕσσατο ἄνακτι βωμὸν sc. to Apollo fr. 140a. 63 (37).

    Lexicon to Pindar > ἄναξ

  • 33 Ἀρκάς

    1 Arcadian ( Αἴπυτος

    ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε Φαισάνᾳ O. 6.34

    ὅσα τ' Ἀρκάσινἀνάσσων μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ ( Ἀρκάσι βάσσαις coni. Bergk: locus non sanatus) O. 13.107 pro subs.

    οἱ δ' Ἀρκάδες O. 9.68

    Lexicon to Pindar > Ἀρκάς

  • 34 Λυκαῖος

    Λῠκαῑος of Mt. Lykaion in Arkadia, where there was an altar to Zeus and games in his honour.
    1

    Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου O. 9.96

    μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ (sc. Διός) O. 13.108 pro subs., Λύκαιον Mt. Lykaion,

    χαλκὸν ὅν τε Κλείτωρ καὶ Τεγέα καὶ Ἀχαιῶν ὑψίβατοι πόλιες καὶ Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.48

    test., Σ Bern., Verg., Georg., 1. 17, Pana Pindarus ex Mercurio et Penelopa in Lycaeo monte editum scribit (Timpanaro, Snell: Apolline pro Mercurio edd. vulgo) fr. 100.

    Lexicon to Pindar > Λυκαῖος

  • 35 μαρτυρέω

    1 give evidence, bear witness of something on someone's behalf, c. acc. & dat.

    καὶ μέγαν ὅρκον ὀμόσσαις τοῦτό γέ οἱ σαφέως μαρτυρήσω O. 6.21

    met.,

    ὅσα τ' Ἀρκάσιν ἀνάσσων μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ O. 13.108

    καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος ὀρθωθεῖσα ναύταις I. 5.48

    Lexicon to Pindar > μαρτυρέω

  • 36 ὅσος

    ὅσος, ὅσσος (ὅσοι; -αι, -αις; -ον acc., -ων, -α: ὅσσοι, -ους; -α nom., acc.)
    1 rel., as much as, many as
    a c. specific antecedent.

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον P. 3.47

    ὅσαι τ' εἰσὶν ἐπιχωρίων καλῶν ἔσοδοι, τετόλμακε P. 5.116

    διακρῖναι ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων, ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον P. 9.116

    ἐκ δ' ἄῤ ἄτλατον δέος πλᾶξε γυναῖκας, ὅσαι τύχον Ἀλκμήνας ἀρήγοισαι λέχει N. 1.49

    βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ, ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.19

    πάντα δ' ἐξειπεῖν, ὅσ ἀγώνιος Ἑρμᾶς Ἡροδότῳ ἔπορεν ἵπποις, ἀφαιρεῖται βραχὺ μέτρον ἔχων ὕμνος I. 1.62

    παίδεσσιν Ἑλλάνων, ὅσοι Τροίανδ' ἔβαν I. 4.36

    irregularly coordinated,

    ἀμφ' ἕκαστον ὅσα νέομαι P. 8.69

    b antecedent not defined.

    ὅσοι δ' ἐτόλμασαν, ἔτειλαν Διὸς ὁδόν O. 2.68

    ὅσσα τ' ἀριστεύσατε, δηρίομαι πολέσιν περὶ πλήθει καλῶν (cf. N. 2.17) O. 13.43

    Ἄργεί θ' ὅσσα καὶ ἐν Θήβαις· ὅσα τ Ἀρκάσιν ἀνάσσων μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ O. 13.107

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα P. 1.13

    πρὶν ὅσα φροντίδι μητίονται τυχεῖν P. 2.92

    ὅσσα δ' ἀμφ ἀέθλοις, Τιμοδημίδαι ἐξοχώτατοι προλέγονται N. 2.17

    c antecedent assimilated into rel. cl.

    ὅσαις δὲ βροτὸν ἔθνος ἀγλαίαις ἁπτόμεσθα, περαίνει πρὸς ἔσχατον πλόον P. 10.28

    ὅσσα δ' ἐπ ἀνθρώπους ἄηται μαρτύρια φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν ἀπλέτου δόξας, ἐπέψαυσαν I. 4.9

    d antecedent indeterminable. οὔτε τι μεμπτὸν οὔτ' ὦν μεταλλακτόν, λτ;γτ; ὅσ ἀγλαὰ χθὼν πόντου τε ῥιπαὶ φέροισιν (ὅσ Turnebus: ὡς codd. Plutarchi: lacunam statuit Turnebus, τῶνἐπὶ ταῖς τραπέζαις codd. Plutarchi habent) fr. 220. 2.
    e n. acc. pro adv., correl. with τοσοῦτο, as far as

    μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ' ὅσον ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης ὑπὲρ ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν I. 2.35

    2 introducing indir. quest., how many καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.99ὅσσα τε χθὼν ἠρινὰ φύλλ' ἀναπέμπει, εὖ καθορᾷςP. 9.46

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ, ποίαις ὁμιλήσει τύχαις, ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62

    a adj., what a, how many

    διήρχετο κύκλον ὅσσᾳ βοᾷ O. 9.93

    νικαφορίαις γὰρ ὅσαις ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησεν N. 10.41

    b n. pl., pro adv. ὅσσα τ' ἔριξε λευκωλένῳ ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων, ὅσα τε Πολιάδι Πα. 6. 86—9.

    Lexicon to Pindar > ὅσος

  • 37 ὅσσος

    ὅσος, ὅσσος (ὅσοι; -αι, -αις; -ον acc., -ων, -α: ὅσσοι, -ους; -α nom., acc.)
    1 rel., as much as, many as
    a c. specific antecedent.

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον P. 3.47

    ὅσαι τ' εἰσὶν ἐπιχωρίων καλῶν ἔσοδοι, τετόλμακε P. 5.116

    διακρῖναι ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων, ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον P. 9.116

    ἐκ δ' ἄῤ ἄτλατον δέος πλᾶξε γυναῖκας, ὅσαι τύχον Ἀλκμήνας ἀρήγοισαι λέχει N. 1.49

    βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ, ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.19

    πάντα δ' ἐξειπεῖν, ὅσ ἀγώνιος Ἑρμᾶς Ἡροδότῳ ἔπορεν ἵπποις, ἀφαιρεῖται βραχὺ μέτρον ἔχων ὕμνος I. 1.62

    παίδεσσιν Ἑλλάνων, ὅσοι Τροίανδ' ἔβαν I. 4.36

    irregularly coordinated,

    ἀμφ' ἕκαστον ὅσα νέομαι P. 8.69

    b antecedent not defined.

    ὅσοι δ' ἐτόλμασαν, ἔτειλαν Διὸς ὁδόν O. 2.68

    ὅσσα τ' ἀριστεύσατε, δηρίομαι πολέσιν περὶ πλήθει καλῶν (cf. N. 2.17) O. 13.43

    Ἄργεί θ' ὅσσα καὶ ἐν Θήβαις· ὅσα τ Ἀρκάσιν ἀνάσσων μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ O. 13.107

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα P. 1.13

    πρὶν ὅσα φροντίδι μητίονται τυχεῖν P. 2.92

    ὅσσα δ' ἀμφ ἀέθλοις, Τιμοδημίδαι ἐξοχώτατοι προλέγονται N. 2.17

    c antecedent assimilated into rel. cl.

    ὅσαις δὲ βροτὸν ἔθνος ἀγλαίαις ἁπτόμεσθα, περαίνει πρὸς ἔσχατον πλόον P. 10.28

    ὅσσα δ' ἐπ ἀνθρώπους ἄηται μαρτύρια φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν ἀπλέτου δόξας, ἐπέψαυσαν I. 4.9

    d antecedent indeterminable. οὔτε τι μεμπτὸν οὔτ' ὦν μεταλλακτόν, λτ;γτ; ὅσ ἀγλαὰ χθὼν πόντου τε ῥιπαὶ φέροισιν (ὅσ Turnebus: ὡς codd. Plutarchi: lacunam statuit Turnebus, τῶνἐπὶ ταῖς τραπέζαις codd. Plutarchi habent) fr. 220. 2.
    e n. acc. pro adv., correl. with τοσοῦτο, as far as

    μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ' ὅσον ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης ὑπὲρ ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν I. 2.35

    2 introducing indir. quest., how many καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.99ὅσσα τε χθὼν ἠρινὰ φύλλ' ἀναπέμπει, εὖ καθορᾷςP. 9.46

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ, ποίαις ὁμιλήσει τύχαις, ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62

    a adj., what a, how many

    διήρχετο κύκλον ὅσσᾳ βοᾷ O. 9.93

    νικαφορίαις γὰρ ὅσαις ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησεν N. 10.41

    b n. pl., pro adv. ὅσσα τ' ἔριξε λευκωλένῳ ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων, ὅσα τε Πολιάδι Πα. 6. 86—9.

    Lexicon to Pindar > ὅσσος

  • 38 βουνός

    -οῦ + N 2 11-24-43-11-5=94 Gn 31,46(ter).47(bis)
    hill Ex 17,9; heap Gn 31,46
    *2 Sm 17,9 βουνῶν hills corr.? βοθύνων for MT פחתים caves; *Ps 77(78),58 ἐν τοῖς βουνοῖς αὐτῶν with their hills corr.? ἐν τοῖς βωμοῖς αὐτῶν with their high places for MT בבמתם with their high places, cpr. βωμός; *1 Sm 13,3 ἐν τῷ βουνῷ on the hill-בגבעה for MT בגבע at Geba; *2 Kgs 2,16 τῶν βουνῶν the hills-הגבעות for MT הגיאות the valleys
    Cf. HARL 1986a, 80.238(Gn 31,47); HEMER 1982, 121-123; LEE, J. 1983, 114; SHIPP 1979, 167-170

    Lust (λαγνεία) > βουνός

  • 39 θυσιαστήριον

    -ου + τό N 2 184-154-43-10-46=437 Gn 8,20(bis); 12,7.8; 13,4
    altar (mostly of the true God; opp. of βωμός) Gn 8,20
    *Hos 4,19 ἐκ τῶν θυσιαστηρίων αὐτῶν because of their altars-ם/מזבחות/מ for MT ם/זבחות/מ because of their sacrifices
    neol.
    Cf. DANIEL, S. 1966 27-31.203.241-242.252. 255.367; KLAUCK 1980, 274-277; MURAOKA 1990b, 46

    Lust (λαγνεία) > θυσιαστήριον

  • 40 αὐτοσχέδιος

    αὐτοσχέδι-ος, α, ον, also ος, ον Plu.Sull.7:—
    A hand to hand: used by Hom., in dat., αὐτοσχεδίῃ (sc. μάχῃ) in close fight, in the mêlée,

    αὐτοσχεδίῃ μεῖξαι χεῖράς τε μένος τε Il.15.510

    : acc. fem. as Adv., = αὐτοσχεδόν I,

    Ἀντιφάτην δ'.. πλῆξ' αὐτοσχεδίην 12.192

    , 17.294;

    αὐτοσχεδίην οὐτασμένος Od.11.536

    : also

    ἔς τ' αὐ. καὶ προμάχους ἰέναι Tyrt.11.12

    .
    II offhand, improvised, rough and ready,

    ἐξ αὐτοσχεδίης πειρώμενος h.Merc.55

    ;

    ποιήματα αὐ. D.H.2.34

    ;

    μαντικὴ αὐ. Plu.Sull.7

    ;

    τετρήρη ναυπηγεῖν αὐ. Arist.Fr. 600

    ; βωμός, τείχη, D.H.1.40, 3.67;

    μνῆμα Hld.2.4

    ;

    ναῦς Max.Tyr.12.2

    ; of persons,

    αὐτοσχέδιος ὢν περὶ τὰς ἰσηγορίας Plu.2.642a

    ;

    σοφιστής Ach.Tat.5.27

    ;

    ἐκ τοῦ αὐτοσχεδίου εἰπεῖν D.C. 73.1

    ; τὸ αὐ., opp. τὸ περιπτωτικόν, in Empiric medicine, Gal.1.66. Adv.

    -ίως, γεννηθῆναι LXX Wi.2.2

    ;

    οἰκοδομεῖσθαι Paus.6.24.3

    .
    2 ready to hand,

    ὕλη Id.10.32.15

    ; wild, natural,

    ἄνθη Lib.Decl.13.50

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αὐτοσχέδιος

См. также в других словарях:

  • βωμός — raised platform masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμός — Τράπεζα επάνω στην οποία τοποθετούνταν οι προσφορές ή γίνονταν θυσίες στις θεότητες. Η αρχή του β. ανάγεται στους προϊστορικούς χρόνους. Σε πολλά μέρη βρέθηκαν πέτρες που χρονολογούνται από την τελευταία φάση της νεολιθικής εποχής, με κοιλότητες… …   Dictionary of Greek

  • βωμός — ο 1. χαμηλό κτίσμα για θυσίες, θυσιαστήριο: Στην αρχαιότητα οδηγούσαν στο βωμό πολλά σφάγια ως θυσία στους θεούς. 2. άλλη ονομασία για την Αγία Τράπεζα. 3. μτφ., ιερός σκοπός: Πολλοί θυσιάστηκαν στο βωμό της ελευθερίας κατά τη διάρκεια της… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βωμοῖο — βωμός raised platform masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμοῖς — βωμός raised platform masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμοῖσι — βωμός raised platform masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμοῖσιν — βωμός raised platform masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμοί — βωμός raised platform masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμοῦ — βωμός raised platform masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμούς — βωμός raised platform masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βωμέ — βωμός raised platform masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»