Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

βρομίᾳ

См. также в других словарях:

  • Βρομία — Βρομίᾱ , Βρόμιος sounding fem nom/voc/acc dual Βρομίᾱ , Βρόμιος sounding fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βρομία — βρομίᾱ , βρόμιος sounding fem nom/voc/acc dual βρομίᾱ , βρόμιος sounding fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βρομιά — η [βρόμα] 1. βρόμα, ακαθαρσία 2. βρομερή, ανήθικη πράξη …   Dictionary of Greek

  • βρομιά — η 1. ακαθαρσία, βρόμα: Το δωμάτιό του ήταν γεμάτος βρομιές. 2. η ανήθικη πράξη: Όλο βρομιές κάνει …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βρόμια — Βρόμιος sounding neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βρόμια — βρόμιος sounding neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βρομίας — Βρομίᾱς , Βρόμιος sounding fem acc pl Βρομίᾱς , Βρόμιος sounding fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βρομίας — βρομίᾱς , βρόμιος sounding fem acc pl βρομίᾱς , βρόμιος sounding fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βρομίαν — Βρομίᾱν , Βρόμιος sounding fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βρομίαν — βρομίᾱν , βρόμιος sounding fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βρόμι' — Βρόμια , Βρόμιος sounding neut nom/voc/acc pl Βρόμιε , Βρόμιος sounding masc voc sg Βρόμιε , Βρόμιος sounding masc voc sg Βρόμιαι , Βρόμιος sounding fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»