Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

βουβωνόομαι

См. также в других словарях:

  • βουβωνουμένης — βουβωνόομαι swell to a pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βουβωνοῖ — βουβωνόομαι swell to a pres ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βουβωνοῦσθαι — βουβωνόομαι swell to a pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βουβωνοῦται — βουβωνόομαι swell to a pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐβουβωνοῦτο — βουβωνόομαι swell to a imperf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»