-
1 βομβώνας
-
2 βομβῶνας
См. также в других словарях:
βομβῶνας — βομβών masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 βομβώνας
2 βομβῶνας
βομβῶνας — βομβών masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)