-
1 βερέκυντες
A ; βερέκυντα βρόμον, of the Phrygian flute, S.Fr. 513:—also [full] βερέκυνται, Hsch.:—Adj. [full] βερεκύνθιος, α, ον, Phrygian, devoted to Cybele, Call.Dian. 246; [full] βερεκύντιος, Hsch.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βερέκυντες
См. также в других словарях:
Βερέκυντες ή Βερέκυνθες — Αρχαίος φρυγικός λαός, από το όνομα του οποίου πήρε η φρυγική θεά Κυβέλη το επώνυμο Βερεκυνθία. Ο λαός αυτός κατοικούσε στα ανατολικά της Λυδίας και της Καρίας, σε περιοχές όπου στα παράλια ιδρύθηκαν οι ελληνικές αποικίες των Ιώνων … Dictionary of Greek
БЕРЕКИНТЫ — • Berecyntes, Βερέκυντες, Βερεκύντοα, так называлось исчезнувшее впоследствии племя фригийцев, по имени которого названа богатая самшитом (buxus) страна на границе с Карией и с Лидией Berecyntius tractus (Plin. 5, 29, 29.). Слово… … Реальный словарь классических древностей
κυβέλη — I Θεότητα της Φρυγίας και της Λυδίας κατά την αρχαιότητα, η λατρεία της οποίας εξαπλώθηκε και στον ελλαδικό χώρο. Επρόκειτο για ένα ανώτατο ον θηλυκού γένους, ένα ασιατικό αντίστοιχο της Μεγάλης Μητέρας Θεάς. Περιστοιχιζόταν από τον Ουρανό, τον… … Dictionary of Greek