Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

βατραχῖδες

См. также в других словарях:

  • βατραχίδες — βατραχίς frog green garment fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ρανουγκουλίδες ή Βατραχίδες — Οικογένεια φυτών ποωδών, κυρίως της τάξης των ρανωδών ή βατραχωδών· έχουν φύλλα επαλλάσσοντα, πολυάριθμους στήμονες και αρκετά καρπόφυλλα που, εξελισσόμενα, δίνουν καρπούς αχαίνια (νεραγκούλα ή ρανούγκουλο, ανεμώνα κλπ.) ή θυλάκους (παιωνία,… …   Dictionary of Greek

  • μολουρίς — και, κατά το λεξ. Σούδα, μολυρίς, ίδος, ἡ (Α) 1. είδος ακρίδας 2. (κατά τον Ησύχ.) α) «μολουρίδες βατραχίδες καὶ τῶν σταχύων τὰ γόνατα» β) «μολουρίς αἰδοῑον κολοβὴ λόγχη ἢ μόλις οὐρῶν». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με το μόλουρος*] …   Dictionary of Greek

  • βατραχοϊδίδες — (batrachidαe). Οικογένεια ψαριών. Λέγονται και βατραχίδες. Χαρακτηριστικά τους είναι το μεγάλο και πλατύ κεφάλι, τα προεξέχοντα μάτια, το γυμνό και γλοιώδες σώμα. Ζουν στα νερά των τροπικών και υποτροπικών θαλασσών …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»