Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

βασιλίσσῃ

См. также в других словарях:

  • βασιλίσσῃ — βασίλισσα queen fem dat sg (attic epic ionic) βασιλεία kingdom fem dat sg (attic epic ionic) βασιλίζω to be of the king s party aor subj mid 2nd sg (epic) βασιλίζω to be of the king s party aor subj act 3rd sg (epic) βασιλίζω to be of the king s… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλίσσηι — βασιλίσσῃ , βασίλισσα queen fem dat sg (attic epic ionic) βασιλίσσῃ , βασιλεία kingdom fem dat sg (attic epic ionic) βασιλίσσῃ , βασιλίζω to be of the king s party aor subj mid 2nd sg (epic) βασιλίσσῃ , βασιλίζω to be of the king s party aor subj …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ομολογία — I Συμφωνία, ομοφωνία. Ο. πίστης ονομάζεται η επίσημη έκθεση των δογμάτων μιας Εκκλησίας ή και η αποδοχή ενός θρησκευτικού δόγματος. (Νομ.) Ο όρος ο. σημαίνει γενικά την αναγνώριση ή την αποδοχή κατηγορίας πταίσματος από το πρόσωπο που διέπραξε το …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»