Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

βέλτ-ιστος

См. также в других словарях:

  • ήδιστος — ίστη, ο (AM ἥδιστος, ιστη, ον) υπερθ. τού ἡδύς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηδύς + κατάλ. υπερθ. ιστος (πρβλ. βέλτ ιστος, κράτ ιστος)] …   Dictionary of Greek

  • κάκιστος — η, ο (AM κάκιστος, η, ον) (υπερθ. τού κακός) πάρα πολύ κακός. επίρρ... κακίστως (Μ) πολύ κακά. [ΕΤΥΜΟΛ. < κακός + κατάλ. υπερθ. ιστος (πρβλ. βέλτ ιστος, κράτ ιστος)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»