Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

αὐτο-λεξεί

См. также в других словарях:

  • εξαγγέλλω — (AM ἐξαγγέλλω) νεοελλ. ανακοινώνω, μεταδίδω απόφαση ή είδηση με επισημότητα μσν. εκθέτω στον εξομολόγο, εξομολογούμαι αρχ. (ενεργ. και μέσ.) 1. αναγγέλλω ή ανακοινώνω κάτι, ιδίως μυστικό ή σπουδαία πληροφορία (α. «ἵν ἐξαγγέλλοιεν κατὰ μῆνα τῷ… …   Dictionary of Greek

  • Ηρωδιανός — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Δάσκαλος της ρητορικής (2ος αι. π.Χ.). Ήταν συγγραφέας της πραγματείας Περί σχημάτων. Το έργο εκδόθηκε από τον Σπένγκελ στη συλλογή Έλληνες ρήτορες, χωρισμένο σε τρία άνισα μέρη. Στο πρώτο γίνεται λόγος για τα εν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»