-
1 αυλητά
αὐλητά̱, αὐλητήςflute-player: masc nom /voc /acc dualαὐλητήςflute-player: masc voc sgαὐλητήςflute-player: masc nom sg (epic) -
2 αὐλητά
αὐλητά̱, αὐλητήςflute-player: masc nom /voc /acc dualαὐλητήςflute-player: masc voc sgαὐλητήςflute-player: masc nom sg (epic) -
3 αυλητάς
αὐλητά̱ς, αὐλητήςflute-player: masc acc plαὐλητά̱ς, αὐλητήςflute-player: masc nom sg (epic doric aeolic) -
4 αὐλητάς
αὐλητά̱ς, αὐλητήςflute-player: masc acc plαὐλητά̱ς, αὐλητήςflute-player: masc nom sg (epic doric aeolic) -
5 ταυλητά
-
6 ταὐλητᾶ
См. также в других словарях:
αὐλητά — αὐλητά̱ , αὐλητής flute player masc nom/voc/acc dual αὐλητής flute player masc voc sg αὐλητής flute player masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὐλητάς — αὐλητά̱ς , αὐλητής flute player masc acc pl αὐλητά̱ς , αὐλητής flute player masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταὐλητᾶ — αὐλητᾶ , αὐλητής flute player masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δαμναμενεύς — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ένας από τους μάγους της Φρυγίας, που δάμασαν πρώτοι το σίδερο και τον χαλκό με τη φωτιά. Ο μύθος τους συνδέεται με εκείνον των Ιδαίων Δακτύλων, που ανακάλυψαν την κατεργασία των μετάλλων. 2. Γιος του Ποσειδώνα,… … Dictionary of Greek