Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

αἱματοέσσας

См. также в других словарях:

  • αἱματοέσσας — αἱματοέσσᾱς , αἱματόεις blood red fem acc pl αἱματοέσσᾱς , αἱματόεις blood red fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψιάς — άδος, ἡ, Α σταγόνα («αἱματοέσσας δὲ ψιάδας κατέχευεν ἔραζε [Ζεύς]», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Εκφραστικός τ., όπως και το συνώνυμο ψακάς*, που συνδέεται πιθ. με την οικογένεια τού ψήω* / ψῆν «τρίβω». Το θ. ψι τού τ. παραπέμπει στον σχηματισμό τού ρ. ψίω …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»