-
1 αιθαλόεσσαι
-
2 αἰθαλόεσσαι
См. также в других словарях:
αἰθαλόεσσαι — αἰθαλόεις smoky fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αιθαλόεσσαι
2 αἰθαλόεσσαι
αἰθαλόεσσαι — αἰθαλόεις smoky fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)