-
1 ἀντίς
-
2 αντίς
см. αντί I -
3 Αντίς Άμπέμπα
г. Аддис-Абеба -
4 αντί
I (перед гласными αντ', ανθ') πρόθ. με ονομ., γεν., αιτιατ.1) (при обознач, замены, замещения) вместо, взамен, за;(όνομ.)
αντίς ο Πέτρος, ας πάει ο Γιάννης — вместо Петра пусть идёт Янис;(γεν.) ημπορείτε να έλθετε σεις αντ' αυτού вместо него можете прийти Вы;(αιτιατ.) αντί
ωφέλεια... — вместо прибыли;2) (при обознач, вознаграждения, выгоды):(γεν.) αντί ελαχίστων θυσιών επέτυχε μεγάλα κέρδη — пожертвовал немногим, а выгоду получил большую;
3) (при обознач, цены):πωλείται αντί δεκαέξη δραχμών — продаётся за шестнадцать драхм;
4) (с сослагат. накл.) вместо того, чтобы;αντί να φωνάζεις έλα βοήθα — вместо того, чтобы кричать, иди помоги;
§ αντίς να τρίζει τ· αμάξι, τρίζει ο αμαξάς погов. ≈ сваливать с больной головы на здоровуюαντί2II τό см. αντίον -
5 Κορύβαντες
Grammatical information: m. pl.Meaning: `Corybantes', priests of the Phrygian Cybele (E., Ar., Str.), sg. Κορύβας ` Ρέας ἱερεύς H.; also Κύρβαντες, sg. - ας (Pherecyd., S.).Derivatives: κορυβάντειος `Corybantian' (AP), - αντικός `id.' (Plu.), - αντίς f. `id.' (Nonn.), - αντώδης `C.-like' (Luc.), - αντεῖον n. `C.-temple' (Str.); κορυβαντιάω `to be filled with frenzy like the C.' (Pl., Longin.) with - ιασμός (D. H., Longin.); κορυβαντίζω `consecrate in the C. rites' (Ar. V. 119, Iamb.) with - ισμός κάθαρσις μανίας H.Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]Etymology: Formation as Ἄβαντες, ἀλίβαντες a. o. (Schwyzer 526, Chantraine Formation 269). Etymology unknown; after the origin, Phrygian. Hypothesis of Kretschmer Sprache 2, 67f.: as Phrygian to OWNo. huerfa `turn oneself etc.' (Goth. ƕairban, s. on 2. καρπός). The variation whows that the word was in origin Pre-Greek, so Kretschmer's IE etymology must b abandoned (for Kretschmer the Phrygians were the only IE people in Anatolia, so he liked to find IE Phrygian etymologies, forgetting that the Phrygians took over much from earlier peoples in Anatolia). Which of the two forms was the original is far from easy to establish; Kretschmer thought is was Κύρβαντες (from where Κορύβ- arose through adaptation to κόρυς, which seems improbable to me). Fur. 359 thinks that in Pre-Greek a sequence υ - υ became ο - υ; so he too thinks that Κύρβ- was original (giving *Κυρυβ- \> Κορυβ-). [Not here with Kretschmer as Phryg. LW [loanword] κύρβις `turning table' (s. v.).] Rejecting the traditional etym. from κοῦρος, he assumes a form Κορυ-β- as the stem of κόρυψ νεανίσκος and thus explains Κορύβαντες. However, in this way he seems to forget that he took Κύρβαντες as the original form.Page in Frisk: 1,923-924Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > Κορύβαντες
См. также в других словарях:
Αντίς Αμπέμπα — (Addis Abeba). Πόλη (2.639.000 κάτ. το 2002) και πρωτεύουσα της Αιθιοπίας. Η ανάπτυξή της είναι πρόσφατη· όταν το 1896 o Μενελίκ την όρισε πρωτεύουσα, δεν ήταν παρά ένα μικρό χωριό στην εύφορη περιοχή Σιοά, στην καρδιά του αιθιοπικού οροπεδίου.… … Dictionary of Greek
αντίς — βλ. αντί … Dictionary of Greek
αντίς — πρόθεση, βλ. αντί … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Λεντάκης, Ανδρέας — (Αντίς Αμπέμπα, Αιθιοπία 1934 – 1997). Πολιτικός και συγγραφέας. Σπούδασε αρχαιολογία στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπήρξε μέλος της γραμματείας της Νεολαίας Λαμπράκη, ένας από τους κύριους εμπνευστές και οργανωτές της Μαραθώνιας … Dictionary of Greek
Αιθιοπία — Κράτος της ανατολικής Αφρικής.Συνορεύει στα Β και στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Κένυα, στα ΝΑ με τη Σομαλία και στα ΒΑ με το Τζιμπουτί και την Ερυθραία.Μετά την απόσπαση της Ερυθραίας (1993), η Α. (αιθιοπ. Γιατγιόπια Μανγκουίστ) δεν έχει πλέον … Dictionary of Greek
αντί — (I) και αντίς πρόθ. (AM ἀντί) 1. (για τόπο) απέναντι, αντίκρυ «στάθηκε αντί στο πέλαγο κι αντί στ άγριο το κύμα» (δημοτ. τραγ.) «μηδ ἀντ ἠελίου τετραμμένος ὀρθὸς ὁμιλεῑν» (Ησίοδ.) 2. σε αντάλλαγμα, σε αντικατάσταση «παρὰ δὲ Ἑρμιονέων νῆσον ἀντὶ… … Dictionary of Greek
αντί — και αντίς πρόθεση 1. συντάσσεται με αιτ. ή και ονομαστ. και σημαίνει αντικατάσταση: Ζημιά θα χουμε αντίς ωφέλεια. – Αντίς ο Γιάννης ήρθ ο Πέτρος. 2. με την ίδια σημασία εκφέρεται μαζί με τις προθέσεις για, με, σε, από, ή συντάσσεται με τελική… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ερυθραία — Επίσημη ονομασία: Κράτος της Ευθραίας Έκταση: 121.144 τ. χλμ Πληθυσμός: 4.298.269 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ασμάρα (395.000 κάτ. το 2001)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Αιθιοπία και το Τζιμπουτί (ΝΑ), ενώ στα… … Dictionary of Greek
Μενελίκ ή Μενιλέκ — (Menelik II, 1844 – 1913). Αυτοκράτορας της Αβησσυνίας (σημερινή Αιθιοπία). Ήταν ηγεμόνας της φυλής των των Σόα (1865 89) και επέδειξε συγκεντρωτικές τάσεις. Αγωνίστηκε εναντίον του βασιλιά της Αιθιοπίας Ιωάννη Δ’, ο οποίος όμως τον νίκησε το… … Dictionary of Greek
ФИЛА — • Φυλή, племя (колено), обозначение подразделения народа у греков, название, происшедшее, очевидно, из стремления дать отдельным частям народа, равно как и самому народу, генеалогическое происхождение, привести эти части к… … Реальный словарь классических древностей
КЛИСФЕН — • Clisthĕnes, Κλεισθένης, 1. последний тиран сикионский, потомок Орфагора, принадлежал к племени эгиалейцев, охватывающее собой население, бывшее там раньше дорян. Он переименовал эгиалейцев в архелайцев и в то же время… … Реальный словарь классических древностей