-
1 αναβροχιά
η отсутствие дождей, засуха;στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι — посл, при засухе и град хорош (ср. на безрыбье и рак рыба)
-
2 αναβροχιά
yağmursuzluk, kuraklık -
3 Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι
– Όποιος δεν έχει μαυρομάτα, φιλεί και τσιμπλόματα• На безрыбье и рак рыба, на безлюдье и Фома дворянинИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008——————• На безрыбье и рак рыбаИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι
-
4 Όποιος δεν έχει μαυρομάτα, φιλεί και τσιμπλόματα
– Όποιος δεν έχει μαυρομάτα, φιλεί και τσιμπλόματα• На безрыбье и рак рыба, на безлюдье и Фома дворянинИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008——————• На безрыбье и рак рыбаИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Όποιος δεν έχει μαυρομάτα, φιλεί και τσιμπλόματα
-
5 αβροχιά
-
6 χαλάζι
См. также в других словарях:
αναβροχιά — η έλλειψη βροχής, ανομβρία: Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι (παροιμ. φρ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αναβροχιά — και ανεβροχιά, η έλλειψη βροχής, ανομβρία, ξηρασία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * στερ. + βροχή] … Dictionary of Greek
αβροχιά — και αναβροχιά, η (Α ἀβροχία) [άβροχος] έλλειψη βροχής, ανομβρία, ανυδρία, ξηρασία … Dictionary of Greek
ανα- — (I) (< πρόθ. ἀνά) στις διαλέκτους στις οποίες ισχύει η αποκοπή τών προθέσεων (Αιολική, δυτ. διάλεκτοι, Αρκαδική), ο τ. ἀνα εμφανίζεται με τη μορφή ἀν . Με αφομοίωση προς το σύμφωνο που ακολουθεί μπορούν να προκύψουν οι παραλλαγές ἀλ , ἀμ , ἀγ … Dictionary of Greek
ανεβροχιά — η η αναβροχιά, η ανομβρία … Dictionary of Greek
ανομβρία — η (Α ἀνομβρία) [άνομβρος] έλλειψη βροχής, ξηρασία, αναβροχιά … Dictionary of Greek
αβροχιά — αβροχιά, η και αναβροχιά, η έλλειψη βροχής, ανομβρία, ξηρασία: Η αβροχιά κατάστρεψε τα σπαρτά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ανομβρία — η η αναβροχιά, η έλλειψη βροχής … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ανυδρία — η αναβροχιά, ξηρασία: Μεγάλη ανυδρία και η φετινή … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)