-
1 ανάμεσα
-
2 ἀνάμεσα
-
3 ανάμεσα
επίρρ. между; среди;ανάμεσα στα πόδια — между ног;
§ ανάμεσα στ· άλλα — среди прочего, кроме всего остального
-
4 ανάμεσα
[анамэса] εκίρ. между, среди. ανάμεσα σε όλα: кроме всего прочегоΛεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > ανάμεσα
-
5 ανάμεσα
[анамэса] επίρ между, среди. ανάμεσα σε όλα: кроме всего прочего. -
6 ανάμεσα
-
7 ανάμεσα σε
-
8 ανάμεσα
parmi -
9 ανάμεσα
1) między przyim.2) pomiędzy przyim.3) pomiędzy przysł.4) pośród przyim.5) pośród przysł.6) wśród przyim. -
10 ανάμεσα
mezi -
11 ανάμεσα
1) amid2) amidst3) amongΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > ανάμεσα
-
12 Ανάμεσα σφυρί κι αμόνι
• Между молотом и наковальнейИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Ανάμεσα σφυρί κι αμόνι
-
13 among
ανάμεσα -
14 между
πρόθ. με γεν. κ. οργν. μεταξύ, ανάμεσα•между двух огней μεταξύ δύο πυρών•
между небом и землёй μεταξύ ουρανού και γης•
странами μεταξύ των χωρών•
между горами μεταξύ βουνών•
между нами μεταξύ μας•
между ним и женой ανάμεσα σ αυτόν και τη σύζυγο του•
за мир и дружбу между народами για ειρήνη και φιλία ανάμεσα στους λαούς•
между ними будет сказано αυτό θα το ξέρομε μόνο οι δυο μας.
εκφρ.нами (говоря); – (για μυστικό) ανάμεσα μας•между прочим – ανάμεσα στ' άλλα, μεταξύ των άλλων•между тем – στο μεταξύ, εν τω μεταξύ•а между тем – στην πραγματικότητα•между тем как... – ενώ, όταν, τη στιγμή που... -
15 зазор
тех. το διάκενο, ο κενός χώρος ασφαλείας, ο αέρας, το άνοιγμαвоздушный эл. - του αέραкольцевой эл. - κυκλικό -, δακτυλιοειδές -контактный эл. - της επαφής- между днищем поршня и плоскостью головки цилиндра - ανάμεσα στο κάτω μέρος του εμβόλου και την επιφάνεια της κεφαλής του κυλίνδρου- между нижней кромкой пера руля и пяткой ахтерштевня мор. - ανάμεσα στην κάτω ακμή του πτερού του πηδαλίου/τιμονιού και του ποδοστήματος/ποδοστάματοςсборочный (св.) - της συναρμολόγησηςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > зазор
-
16 пролёт
1. (расстояние между опорами) το άνοιγμα, η απόσταση ανάμεσα στα στηρίγματα. - арки - του τόξου- линии электропередачи промежуточный - η ενδιάμεση απόσταση ανάμεσα στους ηλεκτρικούς πυλώνες2. (в цехе, промышленном здании) το μεσόζευκτο 3. (самолёта над местностью) η υπερπτήση, η διέλευση του αεροσκάφους 4. (лестницы) το κλιμακοστάσιο.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > пролёт
-
17 ёмкость
1. эл. η χωρητικότητα 2. (вместимость) η χωρητικότηταконечная - (тлф.) τελική -полная - (тлф.) πλήρης -3. (сосуд) το δοχείο 4. (конденсатор) ο συμπυκνωτήςрегулирующая - ελέγχου.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > ёмкость
-
18 интервал
1. (расстояние, промежуток, пространство) το διάστημαединичный - μονό -, μοναδικό -- импульсов мех. - των παλμών- между автомашинами самолетами и т.п. - (απόσταση) ανάμεσα σεαυτοκίνητα, αεροπλάνα κ.λπ2. (муз., физ) το διάστημα.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > интервал
-
19 пространство
ο χώρος, η έκταση, το διάστημαбесстоечное горн. - χωρίς υποστηρίγματαвыработанное - горн. κενός - εξορύξεωνРусско-греческий словарь научных и технических терминов > пространство
-
20 расстояние
η απόσταση, το διάστημαбезопасное - мор. (напр. до мели) - ασφαλείαςтормозное - πέδησης/φρενα-ρίσματοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > расстояние
См. также в других словарях:
ανάμεσα — και αναμεσά και ανάμεσο και αναμεσό(ν) επίρρ. 1. τοπ. α) μεταξύ, στο μεταξύ β) στο μέσον, διά μέσου 2. χρον. κατά τον ενδιάμεσο χρόνο, στο μεταξύ διάστημα 3. (για πρόσωπα ή πράγματα) στις μεταξύ τους σχέσεις 4. φρ. «ανάμεσα στ άλλα», εκτός από τα … Dictionary of Greek
ανάμεσα — επίρρ. τοπ., μεταξύ: Ο προδότης δε βρισκόταν ανάμεσά τους … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀνάμεσα — ἀνάμεσος in the midst neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μουσείο Οίνου (Σαντορίνης) — Ανάμεσα στα πολλά αξιοθέατα γεωλογικά, αρχαιολογικά και ιστορικά που προσφέρει η Σαντορίνη στους χιλιάδες επισκέπτες της περιλαμβάνεται και ένα Μουσείο Οίνου που εδώ και μερικά χρόνια λειτουργεί στο Βύθωνα. Στεγάζεται στον υπόγειο χώρο κάναβα του … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Σικυώνας — Ανάμεσα στα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής που ήρθαν στο φως στη Σικυώνα από τις ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι., το καλύτερα διατηρημένο είναι το συγκρότημα των λουτρών της… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… … Dictionary of Greek