Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

έννοιωσα

  • 1 τόσος

    η, ο αντων.
    1) такой (по величине, количеству, степени);

    τόσ κόσμος! — столько народу!;

    έννοιωσα τόση χαρά! — я почувствовал такую радость!;

    είναι τόσοςон вот такой (по величине);

    τόσος δα — очень маленький;

    μου 'δώσε τόσο δα γλυκό — он дал мне вот столечко варенья;

    μιά γυναίκα τόση δα — очень маленькая женщина;

    πέρασε τόσα — он так много пережил;

    τόσа καί τόσα επαθε και μυαλό δεν έβαλε — он столько прожил, а ума не нажил;

    2) (после числ.) с небольшим;

    κέρδισε τρείς χιλιάδες τόσες δραχμές — он выиграл три тысячи драхм с небольшим;

    στα πενήντα τόσα — где-то в пятидесятых годах;

    § τόσος μόνο — такой маленький;

    τόσος καί τόσος — очень много;

    ως τόσον — однако;

    τόσ... ώστε... — такой..., что...; — столько..., что...;

    τόσа ξέρεις τόσα λες — что с тебя (глупого) взять;

    τόσа πού σού φεύγει το καφάσι — до чёрта

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > τόσος

См. также в других словарях:

  • Σινά — Χερσόνησος της Αιγύπτου, που βρίσκεται μεταξύ των κόλπων του Σουέζ και της Άκαμπα. Έχει έκταση 65 000 τ. χλμ. και στο μεγαλύτερο μέρος της είναι άνυδρη και άγονη. Ολόκληρο το νότιο τμήμα της αποτελείται από ένα κρυσταλλοπαγή ορεινό όγκο, που… …   Dictionary of Greek

  • νιώθω — και νοιώθω 1. αντιλαμβάνομαι με τον νου, καταλαβαίνω, εννοώ («όσο και να διαβάζει, δεν νιώθει τίποτα») 2. έχω ειδικές γνώσεις σχετικά με κάτι, γνωρίζω («δεν νιώθει από ζωγραφική») 3. συναισθάνομαι («μού είπε τον πόνο του και τόν ένιωσα») 4.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»