-
1 Ταργηλιών
A v. Θαργηλιών.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ταργηλιών
См. также в других словарях:
Ταργηλιών — ὁ, Α. βλ. Θαργηλιών … Dictionary of Greek
Θαργηλίων — Ο ενδέκατος μήνας (15 Μαΐου 15 Ιουνίου) του αρχαίου αττικού ημερολόγιου, η ονομασία του οποίου συνδυάζεται με την εποχή του θερισμού (θέρειν την γην). Κατά τη διάρκειά του τελούνταν οι γιορτές Θαργήλια, Βενδίδεια και Πλυντήρια. Οι μέρες που ήταν… … Dictionary of Greek