Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Σκαιαί

См. также в других словарях:

  • Σκαιαί — Σκαίη fem nom/voc pl (doric) Σκαιαί fem nom/voc pl Σκαιός left fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκαιαί — σκαιός left fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκαιᾶι — Σκαιᾷ , Σκαίη fem dat sg (attic doric aeolic) Σκαιᾷ , Σκαιός left fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκαιᾶι — σκαιᾷ , σκαιός left fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκαιαί Πύλαι — Οι δυτικές πύλες της Τροίας, οι οποίες αναφέρονται συχνά από τον Όμηρο. Κοντά σ’ αυτές διαδραματίστηκαν σπουδαία περιστατικά της Ιλιάδας, όπως ο αποχαιρετισμός του Έκτορα και της Ανδρομάχης, ο φόνος του Έκτορα κλπ. Σύμφωνα με την άποψη του… …   Dictionary of Greek

  • ТРОАДА —    • Troas,          Τρώας, также Τροία (Хеn. Anab. 7, 8, 7. Hdt. 5, 122) или Ίλιὰς γη̃, область древнего города Трои, впоследствии вошла в состав Мисии, но сохранила свое название; в южном направлении простиралась от морского берега около Абида …   Реальный словарь классических древностей

  • Portes Scées — Les Portes Scées (en latin Portae Scaeae, en grec ancien Σκαιαί πύλαι, de σκαιός « occidental ») sont une double porte de l enceinte de Troie. Seule porte qui soit mentionnée par Homère, elle était située près du tombeau de Laomédon et… …   Wikipédia en Français

  • σκαιός — ά, ό / σκαιός, ά, όν, ΝΜΑ, θηλ. και ή, Ν μτφ. (για πρόσ.) βάναυσος, τραχύς, σκληρός, απότομος (α. «ο σκαιός χαρακτήρας του τόν αποξενώνει από όλους» β. «σκαιός.... καὶ ἀναίσθητος», Δημοσθ.) αρχ. 1. αυτός που βρίσκεται προς τα αριστερά, αριστερός… …   Dictionary of Greek

  • Σκαιαῖς — Σκαίη fem dat pl (doric) Σκαιαί fem dat pl Σκαιός left fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκαιάς — Σκαιά̱ς , Σκαίη fem acc pl (doric) Σκαιά̱ς , Σκαιαί fem acc pl Σκαιά̱ς , Σκαιός left fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκαιάων — Σκαιά̱ων , Σκαία fem gen pl (epic aeolic) Σκαιά̱ων , Σκαίη fem gen pl (epic doric aeolic) Σκαιά̱ων , Σκαιαί fem gen pl (epic aeolic) Σκαιά̱ων , Σκαιός left masc/fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»