Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

Σκίταλοι

См. также в других словарях:

  • Σκίταλοι — Σκίτᾱλοι , Σκίταλοι masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκίταλοι — οἱ, ΝΑ μυθ. πονηροί δαίμονες, λάγνοι και φιλήδονοι, προστάτες τών απατεώνων εμπόρων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. (πρβλ. Κόβαλοι «κακοποιά δαιμονικά όντα»). Κατά μία άποψη, ο τ. παράγεται από το όνομα Σκίτων] …   Dictionary of Greek

  • Σκίτων — ὁ, Α κωμική ονομασία βυρσοδέψη στον Αριστοφάνη. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. Σκίταλοι] …   Dictionary of Greek

  • σκιταλίζω — Α [Σκίταλοι] είμαι λάγνος …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»